Αιχμή του δόρατος η ανοσοθεραπεία...

  • Κατηγορία: ΑΠΟΨΕΙΣ
  • Δημοσιεύθηκε : Σάββατο, 08 Ιουλίου 2017 07:57

Στοχεύοντας με ακρίβεια τον καρκίνο του πνεύμονα...

Γράφει η Φλώρα Σταυρίδη, Παθολόγος, Ογκολόγος, MD, MSc, MRCP, Συνεργάτης νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ-ΜΗΤΕΡΑ.

Οι ανοσο-ογκολογικές θεραπείες στοχεύουν το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος και όχι τα καρκινικά κύτταρα, επιτρέποντάς του να αναγνωρίζει και να επιτίθεται επιλεκτικά στα καρκινικά κύτταρα

Οι ανοσο- ογκολογικές θεραπείες αποτελούν σήμερα την αιχμή του δόρατος κατά του προχωρημένου καρκίνου του πνεύμονα, επισημαίνει η Φλώρα Σταυρίδη, Παθολόγος, Ογκολόγος, MD, MSc, MRCP, Συνεργάτης νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ-ΜΗΤΕΡΑ. Είναι οι θεραπείες που χρησιμοποιούν το ανοσολογικό σύστημα του σώματος για να καταπολεμήσουν τον καρκίνο.

Το ανοσολογικό σύστημα είναι το φυσικό αμυντικό σύστημα του σώματος, που αποτελείται από μια συλλογή από όργανα, κύτταρα και ειδικά μόρια που βοηθούν στην προστασία από ιούς, τον καρκίνο και άλλες νόσους. Όταν ένας ξένος οργανισμός – όπως ένα βακτήριο – εισβάλλει στο ανθρώπινο σώμα, το ανοσοποιητικό σύστημα το αναγνωρίζει και κατόπιν του επιτίθεται, εμποδίζοντάς το να προκαλέσει βλάβη. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται ανοσοποιητική ανταπόκριση.

Τα καρκινικά κύτταρα, ωστόσο, βρίσκουν πολύ συχνά τρόπους να «μεταμφιέζονται» σε κανονικά κύτταρα, ώστε το ανοσοποιητικό να μην τα αναγνωρίζει ως επικίνδυνα. Ακολουθώντας τις ίδιες «τακτικές» με τους ιούς, μεταλλάσσονται με την πάροδο του χρόνου, αποπροσανατολίζοντας το ανοσοποιητικό σύστημα.

Η διαφορά των ανοσο-ογκολογικών θεραπειών, σημειώνει η κ. Σταυρίδη, με άλλες αντικαρκινικές θεραπείες, είναι ότι στοχεύουν το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος και όχι τα καρκινικά κύτταρα, επιτρέποντάς του να αναγνωρίζει και να επιτίθεται επιλεκτικά στα καρκινικά κύτταρα. Ταυτόχρονα, όμως, «εκπαιδεύουν» το ανοσοποιητικό σύστημα έτσι ώστε να αποκτήσει μακροχρόνια μνήμη και να προσαρμόζεται συνεχώς και σε βάθος χρόνου στον καρκίνο, προσφέροντας ανθεκτική και μακροχρόνια θεραπεία στον ασθενή.

Ο καρκίνος του πνεύμονα

Οι εξελίξεις αυτές αφορούν ιδιαίτερα τον καρκίνο του πνεύμονα, δεδομένου ότι η συγκεκριμένη νόσος είναι η κύρια αιτία θανάτου από καρκίνο παγκοσμίως. Οι δύο κύριοι τύποι καρκίνου του πνεύμονα είναι ο μη μικροκυτταρικός (ΜΜΚΠ) και ο μικροκυτταρικός, με τον πρώτο να αντιστοιχεί στο 85% με 90% των περιπτώσεων καρκίνου του πνεύμονα.

Στην Ελλάδα ο καρκίνος του πνεύμονα αντιστοιχεί στο 41,6 % του συνόλου των περιπτώσεων εμφάνισης καρκίνου και προσβάλλει 6.884 άτομα κάθε χρόνο. Υπάρχουν πλέον και στη χώρα μας εγκεκριμένες ανοσοθεραπείες για την αντιμετώπιση του ΜΜΚΠ, ως θεραπεία 1 ης και 2 ης γραμμής και τα ευρήματα που έχουν προκύψει από τις σχετικές κλινικές μελέτες είναι σημαντικά, έχοντας καταδείξει μεγαλύτερη επιβίωση των ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα χωρίς πρόοδο της νόσου και σημαντικά μεγαλύτερη συνολική επιβίωση, σε σύγκριση με τη χημειοθεραπεία.

Η μελέτη «ΚΕΥΝΟΤΕ – 024» έδειξε πως οι ασθενείς με μεταστατικό ΜΜΚΠ στους οποίους χορηγήθηκε η ανοσο-ογκολογική θεραπεία pembrolizumab θεραπεία 1 ης γραμμής, παρουσίασαν σημαντικό όφελος στην επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου έναντι της χημειοθεραπείας. Εμφάνισαν, δηλαδή, μέση επιβίωση 10,3 μηνών χωρίς πρόοδο της νόσου, έναντι 6 μηνών με τη χρήση χημειοθεραπείας. Από την ίδια μελέτη προέκυψε πως το pembrolizumab πέτυχε επίσης καλύτερα αποτελέσματα στη συνολική επιβίωση των ασθενών στην 1 η γραμμή θεραπείας, έναντι της χημειοθεραπείας, ενώ η ανταπόκριση των ασθενών στη θεραπεία με pembrolizumab ήταν 45% έναντι 28% της ανταπόκρισης στη χημειοθεραπεία.

Στη 2η γραμμή θεραπείας, η μελέτη «ΚΕΥΝΟΤΕ – 010» έδειξε σημαντικό όφελος του pembrolizumab στη συνολική επιβίωση των ασθενών με προχωρημένο ΜΜΚΠ έναντι της χημειοθεραπείας (43% έναντι 35%). Έδειξε, επίσης, ανταπόκριση των ασθενών σημαντικά μεγαλύτερη σε διάρκεια με το pembrolizumab, έναντι της χημειοθεραπείας.

Θα πρέπει να αναφερθεί επίσης ότι ένα σημαντικό εύρημα που προέκυψε από τη μελέτη «ΚΕΥΝΟΤΕ – 024» ήταν ότι η ποιότητα ζωής των ασθενών κατά τη διάρκεια των θεραπειών, βελτιώθηκε σημαντικά με τη χρήση του pembrolizumab σε σχέση με τη χημειοθεραπεία.

Η αξία των βιοδεικτών στη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα

Καθοριστικό ρόλο στη χορήγηση των ανοσο-ογκολογικών θεραπειών για τον καρκίνο του πνεύμονα αποτελεί ο προσδιορισμός του βιοδείκτη PD – L1, οι βιοδείκτες είναι βιολογικά μόρια τα οποία εντοπίζονται – μεταξύ άλλων – στα κύτταρα. Υποδεικνύουν μία φυσιολογική ή παθολογική διαδικασία, μία κατάσταση ή μια νόσο. Διακρίνονται σε προγνωστικούς δείκτες (χαρακτηριστικά επιθετικότητας της νόσου) και προβλεπτικούς δείκτες (αναμενόμενη ανταπόκριση του ασθενούς σε συγκεκριμένη θεραπευτική αγωγή – σύγχρονη «εξατομικευμένη θεραπεία»).

Μελέτες δείχνουν πως οι ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα που έχουν θετική έκφραση του βιοδείκτη PD-L1, έχουν 4,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να ανταποκριθούν στη θεραπεία δεύτερης γραμμής με ανοσοθεραπεία.

Έτσι, η εξέταση του συγκεκριμένου βιοδείκτη όχι μόνο μεγιστοποιεί το θεραπευτικό αποτέλεσμα, αλλά παράλληλα συμβάλλει στον έλεγχο του κόστους. Η αξία ελέγχου του συγκεκριμένου βιοδείκτη παρέχει στους επιστήμονες ένα σημαντικό «εργαλείο», προκειμένου να επιλέξουν την καταλληλότερη θεραπεία για τους ασθενείς τους.

Στην Ελλάδα, η αποζημίωση του βιοδείξτη PD – L1 εξετάζεται αυτή την περίοδο από το ΚΕΣΥ και για την ώρα καλύπτεται μέσα από πρόγραμμα Φαρμακευτικής εταιρείας σε πολλά παθολοανατομικά εργαστήρια πανελλαδικά.