Ένα αξέχαστο βράδυ με τον Μίκη…

Γράφει ο Γιώργος Αμβροσίου

Είναι Οκτώβριος στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και βρίσκομαι στην Θεσσαλονίκη. Είναι η εποχή που η Θεσσαλονίκη γιορτάζει τον προστάτη της Άγιο Δημήτριο και επί ένα μήνα στην πόλη γίνονταν σωρεία εκδηλώσεων.

 

Το μάτι μου πέφτει στα λάβαρα που είναι κρεμασμένα στις κολώνες φωτισμού και σε αυτά ξεχωρίζει η μορφή του Μίκη Θεοδωράκη. Προαναγγέλλουν την μεγάλη συναυλία του Μίκη στο ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΟ ή Παλέ ντε Σπόρ όπως λέγονταν. Ένα γήπεδο μπάσκετ που χωρούσε 6000 άτομα. Η συναυλία είναι το ίδιο βράδυ και η χαρά μου έγινε μεγαλύτερη μιας και στο τέλος της αφίσας είχε με μεγάλα γράμματα την ένδειξη, ΕΙΣΟΔΟΣ ΔΩΡΕΑΝ…

 

Μια ώρα πριν την συναυλία ήμουν εκεί. Είχα πει σε φίλους να έρθουν μαζί μου, αλλά όταν άκουσαν Μίκης Θεοδωράκης, ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ και άλλα τέτοια, δεν ήρθαν. Θα προτιμούσαν σίγουρα να ακούσουν τα μεγάλα αστέρια της νυχτερινής Θεσσαλονίκης εκείνης της εποχής.

 

Πήγαν λοιπόν μόνος μου, εφοδιασμένος με μια φωτογραφική μηχανή, μια παλιά ZENITH και την δημοσιογραφική μου ταυτότητα. Αυτά τα δύο ήταν το διαβατήριο για να βρεθώ λίγα μέτρα από την σκηνή που θα παρουσιάζονταν το μεγάλο έργο του Οδυσσέα Ελύτη σε μουσική του μεγάλους μας Μίκη. Την εξαίσιο αυτό ορατόριο διηύθυνε ο Μίκης, λαϊκός τραγουδιστής ήταν ο Μανώλης Μητσιάς. Τους υπόλοιπους, αφηγητή και βαρύτονο (ψάλτης), δεν τους θυμάμαι. Στην σκηνή ήταν μια θαυμάσια ορχήστρα και μια εκπληκτική χορωδία. Ένας εκπληκτικός μπουζουκτσής, όλοι τους ένας και ένας...

 

Το ορατόριο ξεκίνησε με τον Μίκη να απλώνει τα πελώρια χέρια του και να σκεπάζει όλο το ΠΑΛΕ. Ήταν εκπληκτικός, θαυμάσιος, τεράστιος. Τον έβλεπα πρώτη φορά από κοντά και η συγκίνησή μου ήταν απερίγραπτη. Τραβούσα φωτογραφίες συνεχώς. Ξόδεψαν τρία φιλμ εκείνη την βραδιά και έβγαλα εκπληκτικές φωτογραφίες. Σε μια από αυτές, έβαλα κάποιον άγνωστο και με τράβηξε δίπλα στον Μίκη. Είχε τελειώσει το Άξιον Εστί και ο Μίκης πήρε το μικρόφωνο και τραγουδούσε. Η ζωή τραβάει την ανηφόρα…

 

Ο κόσμος όλος ήταν όρθιος και τραγουδούσε μαζί του. Όλοι είχαμε γίνει μια αγκαλιά. Ο Μίκης κατέβηκε από την σκηνή και ήταν ανάμεσα στον κόσμο. Εκεί, βρήκα την ευκαιρία και πήγα δίπλα του. Ο άγνωστος που του έδωσα την μηχανή, με τράβηξε την φωτογραφία δίπλα του. Στάθηκα δίπλα του για αρκετή ώρα. Μόλις ένα μέτρο μακριά του. Έβλεπα από κοντά τις φλέβες του λαιμού του να είναι πεταμένες και φουσκωμένες από την ένταση. Τραγουδούσε με όλη την δύναμη της ψυχή του. Ένας άνθρωπος παθιασμένος, ένα άνθρωπος γεμάτος ζωή…

 

Ήταν μια βραδιά που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Οι δε φωτογραφίες έμειναν αμανάτι στην παλιά μου εφημερίδα (ΠΡΩΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ) και όταν έφυγα οι πρώην συνεταίροι μου δεν μου έδωσαν ένα κουτί με προσωπικά αντικείμενα. Εκεί μέσα είχα πολλές προσωπικές φωτογραφίες. Ίσως έτσι νόμισαν ότι με τιμωρούσαν. Εκεί ήταν και η φωτογραφία μου με τον Μίκη.

 

Ο Μίκης Θεοδωράκης, πέρασε πλέον στην αιωνιότητα. Έφυγε από τη ζωή στις 2 Σεπτεμβρίου 2021. Την ίδια μέρα πέθανε και ένας άλλος μεγάλος. Η μοίρα θέλησε ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μάνος Κατράκης να φύγουν από τη ζωή ίδια ημέρα. 2 Σεπτεμβρίου 1984, ο Κατράκης και 2 Σεπτεμβρίου 2021 ο Θεοδωράκης. Ο Κατράκης ήταν ο αφηγητής στο Άξιον Εστί του 1977, μια συνεργασία που σημάδεψε και τους δύο άντρες.

 

Μπορεί ο Μίκης να πέθανε. Να μην υπάρχει πλέον το σώμα του ανάμεσά μας, αλλά θα ζει για πάντα το έργο του. Όσα χρόνια και να περάσουν, το έργο του Μίκη είναι αδύνατον να ξεχαστεί. Όσο θα περνάνε τα χρόνια, όσο θα παλιώνει, τόσο καλύτερο θα γίνεται, κάτι σαν το καλό κρασί… Θα σταματήσει ποτέ να ακούγεται το Ζορμπάς;

 

Ο Μίκης Θεοδωράκης θα ζει για πάντα. Το έργο του είναι παγκόσμιο. Εμείς που είχαμε την τύχη να ζήσουμε μαζί του την ίδια περίοδο και κυρίως όσοι τον ακούσαμε από κοντά, είμαστε πολύ τυχεροί, διότι συνυπήρξαμε έστω και για λίγα λεπτά με έναν άνθρωπο που είναι ότι καλύτερο έχει βγάλει αυτή η χώρα τα τελευταία 200 χρόνια…

 

 

ΛΕΖΑΝΤΑ:

Ο Μίκης μωρό στην αγκαλιά της μάνας του...