Έλα πατέρα να σου δείξω τα αμπελοχώραφα σου.

  • Κατηγορία: ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
  • Δημοσιεύθηκε : Σάββατο, 17 Δεκεμβρίου 2016 22:12

Την εβδομάδα που φεύγει, ξάφνου ανακαλύψαμε ότι η Καρδίτσα έχει το δικό τους Μάτσου Πίτσου. Ανακαλύψαμε ότι στο Βλοχό υπάρχει αρχαία πόλη που κανείς δεν ήξερε και ξαφνικά την βρήκαν κάτι αρχαιολόγοι από την Σουηδία.

Γράφει το δημοσίευμα: Μια «χαμένη» ελληνική αρχαία πόλη ανακάλυψαν τυχαία αρχαιολόγοι των πανεπιστημίων του Γκέτεμποργκ και του Μπούρνμαουθ που βρίσκονταν στην Ελλάδα για ένα άλλο σχέδιο: Πρόκειται για μια αρχαία πόλη κοντά στο χωριό Βλοχός, στην Θεσσαλία. Ήδη ήταν γνωστά κάποια αρχαία ερείπια, που βρισκόταν στην επιφάνεια της γης, όμως κανείς δεν είχε ποτέ προβεί σε επίσημη καταγραφή τους - πόσο μάλλον σε ανασκαφές στο σημείο. Κι όμως, οι αεροφωτογραφίες δείχνουν καθαρά τον ιστό της αρχαίας πόλης, που οι επιστήμονες σήμερα πιστεύουν πως άκμασε τον 4ο ή 3ο αιώνα π. Χ. Διακρίνονται ολοκάθαρα τα τείχη της πόλης, πύργοι και πύλες, ενώ και οι φωτογραφίες που δημοσιεύει ο βρετανικός Independent είναι χαρακτηριστικές.

Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Άραγε, ανακάλυψαν πράγματι την πόλη αυτή οι Σουηδοί αρχαιολόγοι; Σίγουρα δεν είναι έτσι. Πριν από πολλά χρόνια που βρεθήκαμε στον Βλοχό, οι κάτοικοι μιλούσαν με καμάρι για τις αρχαιότητες που κρύβει ο τόπος τους και μάλιστα ασκούσαν έντονη κριτική στο υπουργείο πολιτισμού που δεν έκανε τίποτα για να αποκαλυφθούν οι αρχαιότητες που θα βοηθούσε το χωριό να αναπτυχθεί τουριστικά.

Ευτυχώς που ήρθε μια ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού για τη «χαμένη» αρχαία πόλη που μόνο χαμένη τελικά δεν είναι. Λέει μεταξύ άλλων η ανακοίνωση.

Ο αρχαιολογικός χώρος Βλοχού είναι γνωστός από το 19ο αιώνα. Η θέση έχει κηρυχθεί ως αρχαιολογικός χώρος με Υπουργική Απόφαση ήδη από το 1964 (ΥΑ1154/4.3.1964/ΦΕΚ91/Β’/19.3.1964), ενώ έχει καταρτισθεί πρόταση επικαιροποίησης της κήρυξης και οριοθέτησής του. Σημαντικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν κατά την φετινή περίοδο στον αρχαιολογικό χώρο του Βλοχού, που εκτείνεται στην κορυφή και τις άμεσες παρυφές του λόφου «Στρογγυλοβούνι», στη δυτική θεσσαλική πεδιάδα και πιο συγκεκριμένα στον Δήμο Παλαμά, στην ΠΕ Καρδίτσας. Πρόκειται για μία ακρόπολη με ισχυρά τείχη εξαιρετικής διατήρησης που αναπτύσσονται τόσο στην κορυφογραμμή του λόφου όσο και στις κλιτύες του. Τα τείχη στον πεδινό χώρο δεν είναι ορατά επιφανειακά, ωστόσο, όπως διαπιστώθηκε κατά τη γεωφυσική διασκόπηση, διατηρούνται αμέσως κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Στην κορυφή εντοπίζονται επίσης κατάλοιπα αρχιτεκτονικών κατασκευών, που αφορούν σε ένα κτιστό περίβολο ασαφούς προς το παρόν χρήσης, καθώς και σε θεμελιώσεις κτηρίων. Ο πολεοδομικός ιστός της αρχαίας πόλης εκτείνεται κατά κύριο λόγο στην πεδινή περιοχή, στη θέση «Πάτωμα», καθώς στο χώρο διατηρούνται ορατά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα.

Η πρώτη αναφορά στο χώρο έγινε από τον W. Leake (Travelers in Northern Greece, vol. IV, 1835). Ακολούθησε ο J. L. Ussing (Rejsebilleder fra Syden, 1847), οι παρατηρήσεις του οποίου αποτελούσαν τη βασική πηγή πληροφοριών για τουλάχιστον 150 χρόνια. Στην συνέχεια ο Léon Heuzey (Excursion dans la Thessalie turque en 1858, 1927) επισκέφτηκε το χώρο το 1850, ενώ ο Friedrich Stählin (Das hellenische Thessalien (1924) προχώρησε σε ταύτιση της θέσης με την αρχαία πόλη Πειρασία. Το 1960 έγιναν οι πρώτες ανασκαφές τάφων στο νεκροταφείο. Επιπλέον, σωστικές ανασκαφές στο Βλοχό διεξήχθησαν πρόσφατα από τις αρμόδιες Εφορείες (πρώην ΙΓ’ ΕΠΚΑ (Βόλος) και πρώην ΛΔ’ ΕΠΚΑ (Καρδίτσα).

Κατά το τρέχον έτος ξεκίνησε αρχαιολογικό πρόγραμμα στη θέση, το οποίο αποτελεί συνεργασία του Σουηδικού Ινστιτούτου Αθηνών με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Καρδίτσας. Πρόκειται για τριετές πρόγραμμα που διεξάγεται υπό τη διεύθυνση της κ. Μαρία Βαϊοπούλου, Προϊσταμένης της Ε.Φ.Α. Καρδίτσας, ενώ επικεφαλής από την πλευρά του Σουηδικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου είναι η Dr Heléne Whittaker, καθηγήτρια στο τμήμα Ιστορικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Γκέτεμποργκ. Στις εργασίες πεδίου συμμετέχουν ο κ. Robin Rönnlund (Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ) και η κ. Φωτεινή Τσιούκα (Ε.Φ.Α. Καρδίτσας).

Ο προγραμματισμός εργασιών που εγκρίθηκε από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο τον Αύγουστο του 2016 περιλαμβάνει επιφανειακή έρευνα, γεωφυσική διασκόπηση και φωτογραμμετρική τεκμηρίωση του χώρου με σύγχρονες μεθόδους. Οι εργασίες πεδίου της φετινής περιόδου επικεντρώθηκαν στο χώρο όπου εκτείνεται η οχυρωμένη αρχαία πόλη στη θέση «Στρογγυλοβούνι» και περιλαμβάνει την κορυφή και τις πλαγιές του ομώνυμου λόφου καθώς και την πεδινή περιοχή στα νότια ριζά του. Τα οχυρωματικά τείχη αποτυπώθηκαν, καταγράφηκαν με μεθόδους που συνδυάζουν την παραδοσιακή αρχαιολογική τεκμηρίωση και τη σύγχρονη ψηφιακή τεχνολογία.

Τα πρώτα αποτελέσματα των εργασιών υποδεικνύουν ότι ο χώρος του Βλοχού χρησιμοποιήθηκε σε τρεις χρονολογικές περιόδους, εκ των οποίων η πρώτη περιλαμβάνει κυκλοτερή οχύρωση στην κορυφή του λόφου και τείχη που κατευθύνονται προς το νότιο πεδινό τμήμα του λόφου και χρονολογούνται στα ύστερα αρχαϊκά – πρώιμα κλασικά χρόνια, σύμφωνα με την τεχνοτροπία της τοιχοδομίας. Ο χώρος φαίνεται ότι αναδιαμορφώθηκε σε μια δεύτερη φάση σε τυπική πόλη των κλασικών – ελληνιστικών χρόνων με πολεοδομικό ιστό, οικίες, ακόμα και Αγορά, όπως διαπιστώθηκε κατά τη γεωφυσική διασκόπηση. Ο οικισμός εγκαταλείφθηκε στις αρχές του 2ου αι. π.Χ. ενώ επανακατοικήθηκε κατά τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους.

Η πρώτη αναφορά στο χώρο έγινε από τον W. Leake (Travelers in Northern Greece, vol. IV, 1835). Μετά από 181 χρόνια ήρθαν κάποιοι να μας πουν ότι ανακάλυψαν αρχαία πόλη στην Καρδίτσα. Είναι σαν την παροιμία που λέει, έλα πατέρα να σου δείξω τα αμπελοχώραφα σου.

Μετά τον διεθνή σάλο από τα δημοσιεύματα, ήρθε και η ανακοίνωση των ερευνητών. Συγκεκριμένα, οι ερευνητές σε δημοσίευσή τους στο blog του εγχειρήματος διευκρινίζεται πως «ο κόσμος των διεθνών ΜΜΕ είναι κάπως διαφορετικός από αυτόν της διεθνούς αρχαιολογίας. Αυτό βιώσαμε σήμερα, καθώς η μικρή μας ανακοίνωση σχετικά με τη δουλειά αυτού του έτους εμφανίστηκε στα νέα. Χαιρόμαστε πολύ για την προσοχή, αλλά δυστυχώς φαίνεται πως κάποιες δυνάμει παραπλανητικές πληροφορίες βρέθηκαν σε κάποιες από τις αναφορές».

Στη συνέχεια, διευκρινίζουν τα εξής: Τα αρχαιολογικά ευρήματα στον Βλοχό είναι γνωστά εδώ και τουλάχιστον 200 χρόνια. «Είναι μόνο η ιδιότητα της πόλης που μπορεί να επιβεβαιωθεί από αυτό το νέο εγχείρημα. Υπάρχουν πολλές διαφορετικές θεωρίες σχετικά με το τι αντιπροσωπεύουν τα απομεινάρια αυτά, όλα βασισμένα σε λιγότερο ή περισσότερο μη συστηματικές παρατηρήσεις. Τα προκαταρκτικά ευρήματα δείχνουν πως τα απομεινάρια στον Βλοχό όντως ανήκουν σε έναν μεγάλο αστικό οικισμό. Θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε ότι τα αρχαιολογικά ευρήματα στον χώρο ήταν γνωστά στην τοπική αρχαιολογική υπηρεσία, και ότι η συνεργασία μας επικεντρώνεται στην ανακάλυψη των άγνωστων πτυχών του χώρου».

«Λυπόμαστε αν κάποιες από τις επικεφαλίδες είναι κάπως υπερβολικές, και ελπίζουμε αυτό το blog post να ξεκαθαρίσει κάποια πράγματα πάνω στο ζήτημα» καταλήγει η ανακοίνωση. Όσον αφορά στο ίδιο το εγχείρημα, πρόκειται για μια συνεργασία για τη μελέτη του συγκεκριμένου αστικού οικισμού (της κλασικής- ελληνιστικής περιόδου) στον Βλοχό, με τις έρευνες στον χώρο να διεξάγονται το χρονικό διάστημα 2016-2017, με την άδεια του υπουργείο Πολιτισμού. Ο αρχαιολογικός χώρος είναι επικεντρωμένος αμέσως κάτω από το Στρογγυλοβούνι, έναν λόφο ύψους 215 μέτρων στην πεδιάδα της δυτικής Θεσσαλίας. Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα, «τα αρχαία ερείπια δεν έχουν μελετηθεί ποτέ συστηματικά, και- πέρα από κάποιες σύντομες περιγραφές- σπάνια εμφανίζονται στη γραμματεία. Το πιο εντυπωσιακό από τα ορατά απομεινάρια στον χώρο είναι οι καλοδιατηρημένες οχυρώσεις, σε κάποια σημεία ύψους μέχρι και 2,5 μέτρων, αλλά στις χαμηλότερες πλαγιές κάτω από τον λόφο υπάρχουν ξεκάθαρες ενδείξεις ότι ήταν το σημείο ενός εκτενούς αστικού οικισμού, που πλέον καλύπτεται από λάσπη και ίζημα από τον κοντινό ποταμό Ενιπέα».

«Βρήκαμε μια πλατεία και ένα δίκτυο οδών που υποδεικνύουν ότι έχουμε να κάνουμε με μια αρκετά μεγάλη πόλη. Η περιοχή εντός του τείχους φτάνει περίπου τα 40 εκτάρια. Επίσης βρήκαμε αρχαία σκεύη και νομίσματα που μπορούν να βοηθήσουν στη χρονολόγησή της. Τα παλαιότερα ευρήματά μας είναι από το 500 πΧ, αλλά η πόλη φαίνεται να άνθισε κυρίως κατά τον 4ο προς 3ο πΧ αιώνα, πριν εγκαταλειφθεί για κάποιον λόγο – ίσως σε σχέση με την κατάκτηση της περιοχής από τους Ρωμαίους».