Οι ευθύνες του κράτους στο φονικό της Μακρινίτσας…

Γράφει ο Γιώργος Αμβροσίου

Παρακολούθησα την Πέμπτη την πρώτη μέρα της πολύκροτης δίκης του φονιά της Μακρινίτσας. Του 32χρονου δράστη Δημήτρη Ραυτόπουλου που μαχαίρωσε την εν διαστάσει σύζυγό του Κωνσταντίνα Τσάπα και τον αδελφό της Γιώργο, στις 5 Απριλίου του 2021, στο πατρικό τους σπίτι στη Μακρινίτσα.

 

Συγκλονίστηκα από τις καταθέσεις τόσο του πατέρα και της μητέρας των άτυχων θυμάτων, όσο και των αστυνομικών. Τα δύο αδέλφια που βρήκαν τραγικό θάνατο από το χέρι του σχιζοφρενή δολοφόνου που στέκονταν εκεί ανέκφραστος να ακούει όσα τραγικά εξιστορούσαν οι μάρτυρες, χωρίς να δακρύσει, ούτε καν να χαμηλώσει το κεφάλι του.

 

Ο συνήγορος υπεράσπισης προσπάθησε να πείσει το δικαστήριο ότι ο δράστης δεν έπρεπε ούτε καν να καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου, μιας και πάσχει από σχιζοφρένεια και δεν είχε την δυνατότητα να αντιληφθεί το άδικο των πράξεων του. Το δικαστήριο όμως αποφάσισε την συνέχιση της δίκης.

 

Ακούσαμε ότι ο κατηγορούμενος πάσχει από σχιζοφρένεια και αυτό ξεκίνησε σε ηλικία 15 ετών, από το 2006. Για όλα αυτά υπάρχουν ιατρικά πιστοποιητικά. Ήταν κλεισμένος στον εαυτό του και μάλιστα δεν υπήρχε καν φαρμακευτική αγωγή για την πάθηση του. Η άτυχη σύζυγος του είχε εγγράφως ζητήσει τον εγκλεισμό του διότι ήταν επικίνδυνος. Τα βράδια έλεγε ότι άκουγε ήχους και επειδή φοβόταν ότι θα τον σκοτώσουν, κοιμόταν με μαχαίρι κάτω από το μαξιλάρι. Στη συνέχεια και μετά από πολλές φιλονικίες μεταξύ του ζευγαριού που κατέληγαν σε ξυλοδαρμό της γυναίκας, ζητήθηκε ο εγκλεισμός του από το κέντρο ψυχικής υγείας Βόλου. Όμως η εισαγγελία Βόλου δεν διέταξε στο διάστημα αυτό την σύλληψη του. Ζητήθηκε ξανά ο εγκλεισμός του στο ψυχιατρείο και δύο πραγματογνώμονες ανέλαβαν να βγάλουν πόρισμα για την υγεία του δράστη. Αυτοί, αποφάνθηκαν ότι πάσχει από σχιζοφρένεια μην αναστρέψιμη. Το Κέντρο Ψυχικής Υγείας Βόλου, αποφάνθηκε ότι ο κατηγορούμενος πρέπει να κλειστεί σε ψυχιατρείο και διατάχθηκε η σύλληψή του. Μάλιστα στάλθηκε το σήμα στο οικείο αστυνομικό τμήμα που είναι το ίδιο με αυτό που είχε επιληφθεί των περιστατικών μετά τις κλήσεις της συζύγου του δράστη.


Όπως κατέθεσε ο μάρτυρας αστυνομικός, την 1η Απριλίου 2021, κλήθηκαν να πάνε στο σπίτι που μετά από λίγες μέρες έγινε το φονικό, διότι ο δράστης είχε πάει εκεί και χτύπησε την σύζυγό του. Προσήχθη στο αστυνομικό τμήμα και λίγη ώρα αργότερα αφέθηκε ελεύθερος διότι δεν είχε υποβληθεί μήνυση από την σύζυγο, κάτι που έγινε αργά το απόγευμα, όταν η γυναίκα γύρισε από το νοσοκομείο. Μετά την μήνυση έψαξαν να τον βρούνε και να τον συλλάβουν, αλλά δεν τον βρήκαν. Εν των μεταξύ, στο ίδιο αστυνομικό τμήμα υπήρχε εδώ και 28 μέρες η εντολή να αναζητηθεί ο δράστης, να συλληφθεί και να οδηγηθεί στο ψυχιατρείο.

 

Τέσσερις μέρες αργότερα, στις 5 Απριλίου του 2021 ο δράστης διέπραξε το διπλό φονικό. Όταν ο αστυνομικός προκλήθηκε από την συνήγορο πολιτικής αγωγής και του είπε ευθέως ότι δεν προστάτευσαν την άτυχη Κωνσταντίνα, η απάντηση του αστυνομικού ήταν ότι δεν υπήρχε στο αστυνομικό τμήμα βάση δεδομένων για να μπορούν να δουν ότι υπήρχε η σχετική εντολή.

 

Άραγε, τόσο μεγάλο ήταν το αστυνομικό τμήμα που υπάγεται η Μακρινίτσα, τόσο πολλές σχετικές εντολές είχε που χάθηκαν στο σωρό; Πόσο ανεύθυνοι μπορεί να γίνουν κάποιοι δημόσιοι λειτουργοί; Πόσο επικίνδυνοι μπορεί να γίνουν οι ίδιοι για τους πολίτες που έχουν κληθεί να προστατεύσουν;

 

Είναι δυνατόν οι κοινωνικές δομές του κράτους, η εισαγγελία και η αστυνομία να αντιμετωπίζουν τόσο ανεύθυνα τόσο σοβαρές καταστάσεις και ειδικά όταν έχουν σωρεία γνωματεύσεων που μιλάνε για σχιζοφρένεια του δράστη;

 

Δεν είναι τυχαίο ότι από όλη την οικογένεια του δράστη, μόνο η υπερήλικη γιαγιά του παρευρέθηκε στο δικαστήριο και θα καταθέσει ως μάρτυρας υπεράσπισης, προφανώς για να ενισχύσει την άποψη περί σχιζοφρένειας του εγγονού της.

 

Το κράτος φέρει τεράστια ευθύνη που ένα παιδάκι 4 ετών θα ζήσει χωρίς γονείς και θα τρέχει σε όλη του την ζωή σε ψυχολόγους για να ξεπεράσει όσα συνέβησαν την 5ης Απριλίου 2021 όταν άκουγε τον πατέρα του να σπάζει και να σκοτώνει και όπως κατέθεσε στο δικαστήριο ο πατέρα των δύο νεκρών παιδιών, το παιδάκι έχει πλέον αρχίσει να θυμάται.

 

Άραγε, πόσες ακόμη Κωνσταντίνες και Γιώργηδες θα θρηνήσουμε μέχρι να αποφασίσει το κράτος μας να σοβαρευτεί; Με το άρθρο αυτό, κρούω τον κώδωνα και για τις υπηρεσίες του νομού μας που θα πρέπει να μην αντιμετωπίζουν επιδερμικά, παρόμοιες περιπτώσεις. Δεν ξέρω ποια τακτική ακολουθούν, αλλά καλό είναι να ανασυντάξουν τις δυνάμεις τους και να δουν την κάθε περίπτωση με την πρέπουσα σοβαρότητα...